«Ακολουθούμε μια ενεργητική εξωτερική πολιτική η οποία έχει καταστήσει τη χώρα μας μια ήρεμη δύναμη σταθερότητας, ασφάλειας και ευημερίας στην Ανατολική Μεσόγειο» δήλωσε ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, αμέσως μετά την ολοκλήρωση της επίσκεψής του στο Άμπου Ντάμπι και πριν αναχωρήσει για την Αθήνα.
Ολόκληρη η δήλωση του Πρωθυπουργού:
«Η σημερινή μου επίσκεψη στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και η υπογραφή των σχετικών συμφωνιών συνιστούν την αναβάθμιση της σχέσης Ελλάδος – Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων σε στρατηγικό επίπεδο.
Ελλάδα και Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα διαμορφώνουν πια ένα πλαίσιο μιας στρατηγικής συμμαχίας η οποία εκτείνεται όχι μόνο στους τομείς της οικονομικής συνεργασίας, αλλά και στους τομείς της συνεργασίας στην Άμυνα και στην Εξωτερική Πολιτική.
Οι προοπτικές για περαιτέρω εμβάθυνση των σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών είναι πολλές και σημαντικές. Υπάρχει πια ένας ξεκάθαρος οδικός χάρτης για το πώς μπορεί οι σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών να γίνουν ακόμα πιο στενές.
Οι δύο χώρες μας αντιμετωπίζουν τις προκλήσεις στην Ανατολική Μεσόγειο μέσα από την ίδια οπτική γωνία. Παραμένουν προσηλωμένες στην ειρηνική διευθέτηση των διαφορών και στο σεβασμό στο Διεθνές Δίκαιο.
Θέλω, επίσης, να τονίσω ότι η επίσκεψη αυτή στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα είναι ακόμα ένα βήμα στα πλαίσια της ενεργητικής εξωτερικής πολιτικής που αναπτύσσει η χώρα μας τον τελευταίο χρόνο. Μια ενεργητική εξωτερική πολιτική η οποία έχει καταστήσει τη χώρα μας μια ήρεμη δύναμη σταθερότητας, ασφάλειας και ευημερίας στην Ανατολική Μεσόγειο».
Επίσκεψη στο Sheikh Zayed Grand Mosque και στο Κέντρο Hedaya
Το Sheikh Zayed Grand Mosque, που έχει χτιστεί προς τιμήν του ιδρυτή της ομοσπονδίας των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, Σεΐχη Zayed bin Sultan Al Nahyan αποτέλεσε τον τελευταίο σταθμό της επίσκεψης του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στο Αμπου Ντάμπι.
Ο Πρωθυπουργός ξεναγήθηκε στο Μεγάλο Τέμενος, που είναι το μεγαλύτερο τζαμί της χώρας.
Περιηγήθηκε σε όλους τους χώρους, εσωτερικούς και εξωτερικούς, στους οποίους, μάλιστα, έχει χρησιμοποιηθεί και μάρμαρο ελληνικής προέλευσης. Ο κ. Μητσοτάκης, τέλος, άφησε το δικό του μήνυμα στο βιβλίο που υπογράφουν οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων που επισκέπτονται το Μεγάλο Τέμενος της πρωτεύουσας των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων.
Νωρίτερα ο Πρωθυπουργός συναντήθηκε με τον Πρόεδρο του Κέντρου Hedaya, διεθνούς οργανισμού για την καταπολέμηση του βίαιου εξτρεμισμού, Dr. Ali Rashid Al Nuaimi.
Ο κ. Μητσοτάκης, απευθυνόμενος στο συνομιλητή του υπογράμμισε πως η Ελλάδα αναγνωρίζει το σταθεροποιητικό ρόλο των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων στην ευρύτερη περιοχή και τον ηγετικό τους ρόλο ως εκφραστή του μετριοπαθούς, Ισλάμ. Τόνισε δε, με έμφαση, ότι στο πλαίσιο της ΕΕ, η Ελλάδα προτάσσει την ενίσχυση της συνεργασίας για την αντιμετώπιση διεθνών προκλήσεων -ιδίως της τρομοκρατίας και του εξτρεμισμού- ενώ υποστηρίζει σθεναρά τη διεύρυνση και εμβάθυνση της συνεργασίας των ΗΑΕ με την ΕΕ και το ΝΑΤΟ.
Σημειώνεται ότι το Κέντρο Hedaya, με έδρα στην πρωτεύουσα των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, είναι πρωτοπόρο στην αντιμετώπιση -εν τη γενέσει τους- διαφόρων μορφών βίας και εξτρεμισμού, μέσω της προώθησης του διαλόγου και λοιπών μορφών δράσεων ενώ συνεργάζεται στενά με πληθώρα Διεθνών Οργανισμών, όπως ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών αλλά και με κυβερνήσεις που αναζητούν βοήθεια για την διαμόρφωση στρατηγικής αντιμετώπισης των διαφόρων μορφών βίας.
Στη συνάντηση από ελληνικής πλευράς έλαβαν μέρος ο Υπουργός Εξωτερικών, Νίκος Δένδιας, η επικεφαλής του Διπλωματικού γραφείου του Πρωθυπουργού, Πρέσβης, Ελένη Σουρανή και ο Πρέσβης της Ελλάδας στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Διονύσιος Ζώης.
Τι συμφωνίες υπογράφηκαν
Την ενίσχυση και αναβάθμιση των διμερών σχέσεων σε στρατηγικό επίπεδο επισφράγισε η συνάντηση του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη και της ελληνικής αντιπροσωπείας με τον Διάδοχο του Θρόνου των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, Σεΐχη Mohammed Bin Zayed Al Nahyan και την αποστολή των ΗΑΕ.
Οι δύο ηγέτες εξέφρασαν την ισχυρή επιθυμία για την ενίσχυση των οικονομικών σχέσεων, κατ’ αντιστοιχία της πολιτικής και αμυντικής συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών, γεγονός που προκύπτει από την στρατηγική επιλογή για την περαιτέρω εμβάθυνση των σχέσεων σε πολιτικό και οικονομικό επίπεδο.
Κατά τη διάρκεια της συνάντησης, έγινε εις βάθος ανασκόπηση της ραγδαίας προόδου που έχει επιτευχθεί τους τελευταίους μήνες στις διμερείς σχέσεις και σε όλο το φάσμα της διμερούς συνεργασίας, ενώ συζητήθηκαν οι εξελίξεις στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου με έμφαση στην αποσταθεροποιητική συμπεριφορά της Τουρκίας.
Συζητήθηκαν, επίσης, οι σημαντικότερες πτυχές της στρατηγικής συνεργασίας Ελλάδας – Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, η οποία επισφραγίζεται με την Κοινή Δήλωση των δύο κυβερνήσεων, καθώς και με τις υπογραφές από τον υπουργό Εξωτερικών Νίκο Δένδια της Κοινής Διακήρυξης Στρατηγικής Εταιρικής Σχέσης μεταξύ Ελλάδος και ΗΑΕ αλλά και διμερούς Συμφωνίας στους τομείς της εξωτερικής πολιτικής και της άμυνας.
Η υπογραφή των συμφωνιών καταδεικνύει την ταυτότητα των θέσεων εκατέρωθεν έναντι των κοινών προκλήσεων που αντιμετωπίζουν οι δύο χώρες σε περιφερειακό επίπεδο και αναβαθμίζει τις σχέσεις των δύο χωρών σε στρατηγικό επίπεδο σε όλους τους τομείς αμοιβαίου ενδιαφέροντος.
Η συμφωνία συνεργασίας στους τομείς της εξωτερικής πολιτικής και της άμυνας προβλέπει, μεταξύ άλλων, τη δημιουργία Επιτροπής Υψηλού Επιπέδου, η οποία θα επιβλέπει την εφαρμογή της, καθώς και την ενίσχυση της αμυντικής συνεργασίας στη βάση της συμφωνίας στρατιωτικής συνεργασίας του 2007.
Η αναβάθμιση και εμβάθυνση των σχέσεων Ελλάδας – ΗΑΕ δίνει νέα προοπτική στην ενδυνάμωση των περιφερειακών σχημάτων πολυμερούς συνεργασίας που κινούνται στον ίδιο στρατηγικό άξονα, με γνώμονα της συνεργασίας την εμπέδωση κλίματος σταθερότητας και ειρήνης στην ευρύτερη περιοχή, την ώρα που η Τουρκία, με σειρά παράνομων ενεργειών, θέτει σε κίνδυνο την περιφερειακή ασφάλεια.
Στις διμερείς επαφές από ελληνικής πλευράς έλαβαν μέρος ο Υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Άδωνις Γεωργιάδης, ο Υπουργός Εξωτερικών, Νίκος Δένδιας, ο Υφυπουργός Εξωτερικών, αρμόδιος για την Οικονομική Διπλωματία και την Εξωστρέφεια, Κωνσταντίνος Φραγκογιάννης, η διευθύντρια του διπλωματικού γραφείου του Πρωθυπουργού, Πρέσβης, Ελένη Σουρανή και ο Πρέσβης της Ελλάδος στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Πρέσβης Διονύσιος Ζώης.
*Ακολουθεί η κοινή δήλωση των κυβερνήσεων Ελλάδας και Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων.
Κοινή δήλωση
Της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Κυβέρνησης των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, επ’ ευκαιρία της επίσκεψης του Έλληνα Πρωθυπουργού στο Άμπου Ντάμπι
Η Αυτού Υψηλότητα Σεΐχης Mohamed bin Zayed Al Nahyan, Διάδοχος του θρόνου του Άμπου Ντάμπι και Αναπληρωτής Ανώτατος Διοικητής των Εμιρατινών Ενόπλων Δυνάμεων υποδέχτηκε την Αυτού Εξοχότητα Κυριάκο Μητσοτάκη, Πρωθυπουργό της Ελληνικής Δημοκρατίας στις 18 Νοεμβρίου 2020 στο Άμπου Ντάμπι. Οι δύο ηγέτες συναντήθηκαν με στόχο να συζητήσουν την περαιτέρω ενίσχυση και επέκταση της ισχυρής, διμερούς συνεργασίας ανάμεσα στις δύο χώρες, που εδράζεται σε στενούς δεσμούς φιλίας και αμοιβαίας κατανόησης των εντεινόμενων προκλήσεων στην ευρύτερη περιοχή, που απαιτούν περαιτέρω συντονισμένη δράση.
Με αυτή την αφορμή, και οικοδομώντας πάνω στα σημαντικά βήματα που έχουν ήδη γίνει με στόχο την προώθηση των διμερών σχέσεων, οι δύο ηγέτες προέβησαν επισήμως στη σύναψη της Συνολικής Στρατηγικής Εταιρικής Σχέσης μεταξύ των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων και της Ελληνικής Δημοκρατίας, θέτοντας ως στόχο συναλλαγές προσανατολισμένες σε αποτελέσματα, την ανάληψη πρωτοβουλιών, αλλά και την κοινή δράση σε νευραλγικούς τομείς κοινού ενδιαφέροντος.
Οι δύο κυβερνήσεις υπογραμμίζουν την αταλάντευτη προσήλωσή τους στο διεθνές δίκαιο και τον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και τις αρχές που κατοχυρώνονται σε αυτόν, ως βάση ειρήνης, ασφάλειας, σχέσεων καλής γειτονίας και ειρηνικής επίλυσης διαφορών για όλες τις χώρες της ευρύτερης περιοχής.
Υπό αυτό το πρίσμα, η “Συμφωνία Αβραάμ” που υπεγράφη μεταξύ των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων και του Ισραήλ για την εμπέδωση των σχέσεων αποτελεί ένα ιστορικό επίτευγμα που συμβάλλει στην ειρήνη, την σταθερότητα και την αμοιβαία κατανόηση μεταξύ των λαών της Μέσης Ανατολής.
Οι δύο κυβερνήσεις επιβεβαιώνουν την προσήλωσή τους στην αρχή μη επέμβασης στις εσωτερικές υποθέσεις των κρατών, υπογραμμίζοντας την αναγκαιότητα συντονισμένης δράσης της διεθνούς κοινότητας, με στόχο να αντιμετωπιστούν οι υφιστάμενες επεμβάσεις σε περιφερειακό επίπεδο και να προαχθεί ο σεβασμός της κυριαρχίας των κρατών.
Οι δύο κυβερνήσεις καταδικάζουν την παραβίαση εκ μέρους της Τουρκίας της κυριαρχίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Κυπριακής Δημοκρατίας, αλλά και τη συνολική επιθετική συμπεριφορά της στη Μέση Ανατολή, τη Νοτιοανατολική Μεσόγειο και τον Νότιο Καύκασο, κατά κατάφωρη παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου, ενώ υπενθυμίζουν την υποχρέωση όλων των κρατών να απέχουν από την απειλή ή την χρήση βίας όπως προβλέπεται και από τον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών.
Σε αυτό το πνεύμα, οι δύο κυβερνήσεις καλούν την Τουρκία να σεβαστεί το Διεθνές Δίκαιο και να παύσει άμεσα όλες τις παράνομες και προκλητικές ενέργειές της.
Επιπρόσθετα, οι δύο κυβερνήσεις εκφράζουν ανησυχία για την εξαγωγή τρομοκρατίας και εξτρεμισμού στην ευρύτερη περιοχή και την εκμετάλλευση των υφιστάμενων συνθηκών σε περιοχές όπου σημειώνονται συγκρούσεις. Οι δύο πλευρές επαναδιατυπώνουν την κοινή τους δέσμευση για πάταξη της τρομοκρατίας και του εξτρεμισμού σε όλες του τις μορφές και καλούν τη διεθνή κοινότητα να αντιμετωπίσει σθεναρά αυτή την απειλή.
Οι δύο κυβερνήσεις, επίσης, συμφωνούν ως προς την προστιθέμενη αξία της περαιτέρω διεύρυνσης της συνεργασίας τους, από κοινού με περιφερειακούς και πολυμερείς μηχανισμούς και στο πλαίσιο αυτών.
Σε αυτό το πνεύμα, η Ελληνική Δημοκρατία δεσμεύεται να διαδραματίσει εποικοδομητικό ρόλο, συμβάλλοντας ώστε να ενισχυθούν οι ιστορικοί και φιλικοί δεσμοί μεταξύ των ΗΑΕ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η Συνολική Στρατηγική Εταιρική Σχέση των ΗΑΕ και της Ελλάδος περιλαμβάνει τους παρακάτω πυλώνες – χωρίς να περιορίζεται σε αυτούς.
Πολιτική Συνεργασία και Διεθνής Ανθρωπιστική Ανάπτυξη:
Τα ΗΑΕ και η Ελληνική Δημοκρατία συμφώνησαν να ενισχύσουν τον πολιτικό τους διάλογο και τις στρατηγικές τους διαβουλεύσεις και να εντείνουν την ευθυγράμμισή τους σε περιφερειακά και διεθνή ζητήματα αμοιβαίου ενδιαφέροντος. Οι δύο κυβερνήσεις συμφώνησαν επίσης να εργαστούν από κοινού για διεθνή ανθρωπιστικά έργα και αναπτυξιακές πρωτοβουλίες, ενισχύοντας τη συνεργασία τους σε πολυμερή fora.
Εμπόριο, Επενδύσεις και Τουρισμός:
Οι δύο κυβερνήσεις θα εντείνουν περαιτέρω τις οικονομικές τους σχέσεις με στόχο να ενισχύσουν τους δεσμούς τους σε θέματα εμπορίου, επενδύσεων και τουρισμού. Θα διευκολύνουν την ανταλλαγή τεχνογνωσίας και πληροφοριών σε όλους τους τομείς που σχετίζονται με επενδύσεις κοινού ενδιαφέροντος, θα ενισχύσουν Μικρομεσαίες επιχειρήσεις και επιχειρηματίες, θα δημιουργήσουν ένα δίκτυο επιχειρηματικών δομών που θα ενθαρρύνει τη συνεργασία, όπως φυτώρια επιχειρήσεων και δίκτυα ομοειδών επιχειρήσεων (incubators και clusters), ενώ θα λάβουν μέτρα για την ενίσχυση της ανάπτυξης ικανοτήτων και την προώθηση της επιχειρηματικότητας και στις δύο χώρες.
Πολιτισμός:
Αναγνωρίζοντας την αξία της ενίσχυσης της αμοιβαίας γνώσης και κατανόησης της πολιτιστικής κληρονομιάς των δύο χωρών, οι δύο κυβερνήσεις θα προάγουν τη συνεργασία στον τομέα των πολιτιστικών βιομηχανιών, με έμφαση στην αρχιτεκτονική, το σχέδιο, τις παραστατικές τέχνες, τις καλές τέχνες, τη λογοτεχνία και τις εκδόσεις, και τη συνεργασία μεταξύ μουσείων και πολιτιστικών φορέων.
Ενέργεια:
Οι δύο κυβερνήσεις θα εντείνουν τη συνεργασία τους σε θέματα ενέργειας, και πιο συγκεκριμένα στον τομέα της ενεργειακής μετάβασης, των πετροχημικών, της βιώσιμης και καθαρής ενέργειας, με έμφαση στην ανταλλαγή τεχνικής γνώσης, ικανοτήτων και τεχνογνωσίας.
Ψηφιακές και Κυβερνητικές Υπηρεσίες:
Οι δύο κυβερνήσεις θα εντείνουν τη συνεργασία τους σε θέματα ψηφιακών διαδικασιών και κυβερνητικών υπηρεσιών, με έμφαση στους κρατικούς επιταχυντές, τις έξυπνες υπηρεσίες, τις κυβερνητικές επιδόσεις, την καινοτομία και αριστεία, την στρατηγική προνοητικότητα και τον στρατηγικό σχεδιασμό, αλλά και τη στρατηγική διαχείριση.
Τρόφιμα/ Διατροφικός τομέας και Γεωργία:
Οι δύο κυβερνήσεις θα ενισχύσουν τη συνεργασία τους στους τομείς των τροφίμων, της γεωργίας και της αλιείας, ενώ θα προωθήσουν σχετικά έργα και συνεργασίες με στόχο να ενισχύσουν κοινές στρατηγικές και στόχους επισιτιστικής ασφάλειας.
Άμυνα:
Οι δύο κυβερνήσεις τόνισαν την ετοιμότητά τους να εντείνουν τη συνεργασία τους στον τομέα της άμυνας και να διερευνήσουν νέες προοπτικές, με στόχο την αποτελεσματική αντιμετώπιση κοινών προκλήσεων που θέτουν σε κίνδυνο την περιφερειακή και παγκόσμια ειρήνη, ασφάλεια και σταθερότητα.